ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ

Το Μονοπάτι για τα βάθη του Βορρά

Post by: 28/03/2016 0 comments

Ρίτσαρντ Φλάναγκαν

Το Μονοπάτι για τα βάθη του Βορρά

Εκδόσεις Ψυχογιός

Ένα μυθιστόρημα τόσο διαφορετικό από τα άλλα που κέρδισε βραβείο Booker. Για αναγνώστες με γερά στομάχια.

Ο Ρίτσαρντ Φλάναγκαν περιγράφει τις θηριωδίες των Ιαπώνων στα στρατόπεδα εργασίας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Έχω διαβάσει εκπληκτικά βιβλία για στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Γερμανία. Εδώ, όμως, με κάποιον τρόπο, ο συγγραφέας παρουσιάζει μια άλλη μορφή εξαθλίωσης του ανθρώπινου γένους, κάτω από τα ζυγό ολέθριων απελπισμένων.

  • Η ιστορία έχει ως εξής: ο Ντορίγκο Έβανς είναι Αυστραλός γιατρός. Είναι αρραβωνιασμένος με την Έλλα Λανσμπερι, μια βαρετή κοπέλα της καλής κοινωνίας του Σύδνεϋ και βαθιά ερωτευμένος με τη γυναίκα του θείου του Κιθ, την Έιμι Μάλβενι.
    Όμως, ο Ντορίγκο πρέπει να πάει στο μέτωπο. Αφού πολεμήσει σε αρκετά σημεία της Ασίας και της Αφρικής, βρίσκεται αιχμάλωτος στο Σιάμ (Ταϊλάνδη), όπου οι Ιάπωνες (εχθροί των Συμμάχων), κατασκευάζουν μια σιδηροδρομική γραμμή που ενώνει το Σιάμ (Ταϊλάνδη) με την Μπούρμα (Βιρμανία). Οι ρυθμοί κατασκευής της γραμμής είναι αδυσώπητοι. Οι Ιάπωνες βιάζονται να μεταφέρουν ενισχύσεις προς το βορρά για να μην χάσουν εδάφη. Σκληροί και περήφανοι οι ίδιοι, πιστοί υπηρέτες του Αυτοκράτορα, είναι ανελέητοι με τους αιχμαλώτους τους. Δεν σέβονται κανένα κανόνα αιχμαλωσίας του διεθνούς δικαίου ούτε κρύβουν ίχνος ανθρωπιάς μέσα τους.
  • Οι Αυστραλοί, λοιπόν, περνούν απάνθρωπες δοκιμασίες. Αν και ασυνήθιστοι στη ζούγκλα και στο τροπικό κλίμα, πρέπει να εργάζονται 10 ή 14 ώρες την μέρα, με μόνο όραμα, μια μικρή μπαλίτσα ρύζι κάθε βράδυ. Χωρίς φαγητό, φάρμακα και ξεκούραση, οι αιχμάλωτοι αφανίζονται από αρρώστιες ασιτίας, αβιταμίνωσης και ανύπαρκτων συνθηκών υγιεινής: μπέρι-μπέρι, πελάγρα, χολέρα, δυσεντερία, ελονοσία, εγκεφαλική ελονοσία, δάγκειος, παρασιτικός τύφος και, επιπλέον, χαστουκίζονται (ένδειξη εξευτελισμού της γιαπωνέζικης ηθικής) ή γρονθοκοπούνται.
  • Σε αυτούς τους σκελετωμένους στρατιώτες είναι διοικητής ο Ντορίγκο Έβανς. Αν και γυναικάς, αν και ελεύθερος από ηθικές δεσμεύσεις, εδώ γίνεται το παράδειγμα ηγέτη. Με πόνο ψυχής βλέπει τους ανθρώπους του να αποδεκατίζονται χωρίς να μπορεί να παρέμβει δυναμικά.
    Ένα ακόμα χτύπημα που δέχεται είναι ένα γράμμα από την αρραβωνιαστικιά του – το λαμβάνει έξι μήνες μετά αφού ταχυδρομήθηκε – όπου μαθαίνει ότι έγινε έκρηξη και μεγάλη φωτιά στο ξενοδοχείο του θείου του Κιθ και αγνοούνται τόσο ο θείος του όσο και η γυναίκα του θείου του, η Έιμι. Η δικιά του Έιμι, η γυναίκα που ο Ντορίγκο αγαπά με όλο του το είναι
    Από εκείνη τη στιγμή, ο κόσμος απλά υπάρχει για τον Ντορίγκο.
  • Τρεισήμισι χρόνια αιχμάλωτος και βγαίνει ζωντανός από την Κόλαση της Ταϊλάνδης ο Ντορίγκο. Καθυστερεί 18 μήνες να επιστρέψει στην πατρίδα του, αναλαμβάνοντας διάφορες στρατιωτικές υπηρεσίες. Κάποια στιγμή, 7 χρόνια μετά την πρώτη του γνωριμία με την Έλλα, την παντρεύεται (θεωρώντας ότι η γυναίκα που πραγματικά αγαπά έχει χαθεί στη μεγάλη φωτιά).
  • Ο συγγραφέας, όμως, δεν σταματά την ιστορία του εδώ. Μας περιγράφει τη ζωή του Ντορίγκο, των συγκρατούμενών του που επέζησαν, καθώς και των Ιαπώνων βασανιστών τους στο στρατόπεδο, μετά την απελευθέρωση.
  • Ο τρόπος γραφής του Ρίτσαρντ Φλάναγκαν ενσωματώνει πολλά στοιχεία του Ιαπωνικού πνεύματος και ειδικά της ποίησης, με αναφορές σε χαϊκού, αφού συνδυάζει τους διαλόγους των ηρώων με την περιγραφή της δράσης. Έτσι, η φόρμα του μυθιστορήματος, κατά ένα ειρωνικό τρόπο, είναι γραμμένη μεταξύ πεζού λόγου και ποίησης.
  • Γιατί όλο το βιβλίο είναι μια ειρωνεία. Η ειρωνεία είναι ότι οι φύλακες που βασάνιζαν τους αιχμαλώτους, απάγγελλαν χαϊκού και αγαπούσαν την ποίηση, σαν φυσικό κεφάλαιο της χρηστής και “πολιτισμένης” ζωής τους, μέσα από τη ματιά του φυσιολογικού στην τερατώδη καθημερινότητα που ζούσαν, πάντα για τον Αυτοκράτορα.
  • Αυτή η αντίθεση διατρέχει όλο το βιβλίο.
    Η δοκιμασία αναδεικνύει ό,τι καλύτερο μέσα μας”, αναφέρει ένας αξιωματικός διοικητής του στρατοπέδου. Ή το χαϊκού που απαγγέλουν λίγο πριν βασανίσουν έναν κρατούμενο: “Ένας κόσμος πόνου ανθίζει, όταν ανθίζει η κερασιά”. Ή το χαϊκού που αφήνει πίσω του πριν πεθάνει ένας βασανιστής, φύλακας στο στρατόπεδο: “Χειμωνιάτικος πάγος λιώνει σε καθαρό νερό – καθαρή είναι η καρδιά μου!”
  • Ακόμα και ο τίτλος του βιβλίου είναι δανεισμένος από το μεγάλο ταξιδιωτικό ημερολόγιο του Μπασό με τίτλο “Το μονοπάτι στα βάθη του Βορρά”. Εκεί αναφέρεται και η φράση: “Οι μέρες και οι μήνες είναι ταξιδιώτες της αιωνιότητας. Τι ίδιο και τα χρόνια που περνούν”.
  • Πώς γίνεται αυτή η μορφή παραδοσιακής ιαπωνικής λογοτεχνίας του ιαπωνικού πνεύματος να συνδυάζεται με τις φρικαλεότητες του πολέμου;

Ο αναγνώστης θα το αποφασίσει! Η βοήθεια του μεταφραστή Γιώργου Μπλάνα είναι μεγάλη.

Η ιστοσελίδα έχει πληροφοριακό χαρακτήρα. Διαβάστε τους όρους χρήσης